Η
γυναικομαστία είναι η μη φυσιολογική αύξηση του μεγέθους του ανδρικού
μαστού, αμφοτερόπλευρα ή ετερόπλευρα. Πρέπει να διακρίνεται από την
αύξηση του μεγέθους των μαστών λόγω παχυσαρκίας ή λιπώματος στην
περιοχή, η δε επιβεβαίωση της διάγνωσης γίνεται με κυτταρολογική εξέταση
κατόπιν παρακέντησης δια λεπτής βελόνης ή ιστολογικώς.
Ο ασθενής μπορεί να διαπιστώσει αύξηση του μεγέθους του ενός ή αμφότερων των μαστών του, με ή χωρίς ευαισθησία της περιοχής ή έκκριμα της θηλής.Η γυναικομαστία μπορεί να οφείλεται σε ορμονικές μεταβολές. Για παράδειγμα, τα νεογνά συχνά εμφανίζουν παροδική γυναικομαστία λόγω επίδρασης των ορμονών της μητέρας τους, που περνούν μέσω του πλακούντα. Κατά την εφηβεία ή την τρίτη ηλικία επίσης μπορεί να εμφανιστεί γυναικομαστία λόγω ορμονικών αλλαγών. Επιπλέον, η γυναικομαστία μπορεί να οφείλεται σε λήψη φαρμάκων (π.χ. αντιανδρογόνων για τη θεραπεία της υπερπλασίας του προστάτη, τρικυκλικών αντικαταθλιπτικών, αναβολικών στεροειδών, χημειοθεραπείας κ.ά.) ή σε χρήση ουσιών. Επιπρόσθετα, γυναικομαστία μπορεί να παρατηρηθεί σε διάφορες ογκολογικές παθήσεις που σχετίζονται με παραγωγή ορμονών, σε υπερθυρεοειδισμό, νεφρική δυσλειτουργία, ηπατική ανεπάρκεια. Οι ασθενείς με γυναικομαστία συνήθως απευθύνονται στον ιατρό τους για αισθητικούς λόγους. Η κλινική εξέταση μπορεί να συνοδεύεται από απεικονιστικό έλεγχο (π.χ. απλή ακτινογραφία, μαστογραφία, υπερηχογράφημα, αξονική ή μαγνητική τομογραφία), βιοχημικό έλεγχο ή/και κυτταρολογική/ιστολογική εξέταση ληφθείσας βιοψίας. Σημαντικός (ιδίως σε ετερόπλευρη εντόπιση ογκιδίου) είναι ο αποκλεισμός της ύπαρξης κακοήθειας (καρκίνου) του μαστού, που αν και σπάνια προσβάλλει τους άνδρες, χρήζει άμεσης αντιμετώπισης.Η θεραπεία βασίζεται στην αντιμετώπιση της υποκείμενης νόσου (π.χ. του υπερθυρεοειδισμού), στην τροποποίηση της φαρμακευτικής αγωγής που πιθανόν την προκαλεί, καθώς επίσης σε χειρουργική παρέμβαση. Η ψυχολογική υποστήριξη των ασθενών είναι ιδιαίτερα σημαντική.
Ο ασθενής μπορεί να διαπιστώσει αύξηση του μεγέθους του ενός ή αμφότερων των μαστών του, με ή χωρίς ευαισθησία της περιοχής ή έκκριμα της θηλής.Η γυναικομαστία μπορεί να οφείλεται σε ορμονικές μεταβολές. Για παράδειγμα, τα νεογνά συχνά εμφανίζουν παροδική γυναικομαστία λόγω επίδρασης των ορμονών της μητέρας τους, που περνούν μέσω του πλακούντα. Κατά την εφηβεία ή την τρίτη ηλικία επίσης μπορεί να εμφανιστεί γυναικομαστία λόγω ορμονικών αλλαγών. Επιπλέον, η γυναικομαστία μπορεί να οφείλεται σε λήψη φαρμάκων (π.χ. αντιανδρογόνων για τη θεραπεία της υπερπλασίας του προστάτη, τρικυκλικών αντικαταθλιπτικών, αναβολικών στεροειδών, χημειοθεραπείας κ.ά.) ή σε χρήση ουσιών. Επιπρόσθετα, γυναικομαστία μπορεί να παρατηρηθεί σε διάφορες ογκολογικές παθήσεις που σχετίζονται με παραγωγή ορμονών, σε υπερθυρεοειδισμό, νεφρική δυσλειτουργία, ηπατική ανεπάρκεια. Οι ασθενείς με γυναικομαστία συνήθως απευθύνονται στον ιατρό τους για αισθητικούς λόγους. Η κλινική εξέταση μπορεί να συνοδεύεται από απεικονιστικό έλεγχο (π.χ. απλή ακτινογραφία, μαστογραφία, υπερηχογράφημα, αξονική ή μαγνητική τομογραφία), βιοχημικό έλεγχο ή/και κυτταρολογική/ιστολογική εξέταση ληφθείσας βιοψίας. Σημαντικός (ιδίως σε ετερόπλευρη εντόπιση ογκιδίου) είναι ο αποκλεισμός της ύπαρξης κακοήθειας (καρκίνου) του μαστού, που αν και σπάνια προσβάλλει τους άνδρες, χρήζει άμεσης αντιμετώπισης.Η θεραπεία βασίζεται στην αντιμετώπιση της υποκείμενης νόσου (π.χ. του υπερθυρεοειδισμού), στην τροποποίηση της φαρμακευτικής αγωγής που πιθανόν την προκαλεί, καθώς επίσης σε χειρουργική παρέμβαση. Η ψυχολογική υποστήριξη των ασθενών είναι ιδιαίτερα σημαντική.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου